Φαγητό & Ξεκούραση
Τα Πιατάκια Της Ασγάτας
Πλατεία του χωριού
Τηλ: 96140442
Μεταλλεία
Τα μεταλλεία της Ασγάτας, που ονομάστηκαν και παρέμειναν γνωστά ως «μεταλλεία Καλαβασού»
Τα μεταλλεία φαίνεται ότι λειτούργησαν στην αρχαιότητα από την εποχή του Χαλκού και αργότερα κατά τη Ρωμαΐκή περίοδο. Αυτό αποδεικνύεται από τα ευρήματα στην περιοχή, όπως αρχαίες στοές, κεκλιμένα, πηγάδια, αλλά και τους τεράστιους σορούς από σκουριές. Οι σκουριές είναι τα υπολείμματα της εκκαμίνευσης του χαλκοπυρίτη, που φαίνεται ότι γινόταν επί τόπου. Για την εκκαμίνευση χρησιμοποιούσαν ξυλεία, από τα δάση που θα υπήρχαν τότε στην περιοχή των μεταλλείων.
Από τα μεταλλεία μας, εξορύσσονταν χαλκοπυρίτες, σιδηροπυρίτες και μικρές ποσότητες χρυσού. Στην αρχαιότητα τα μεταλλεία εντοπίζονταν με την παρατήρηση οξειδωμένων πετρωμάτων πάνω από τα κοιτάσματα και στη συνέχεια άνοιγαν στοές ή κεκλιμένα και έφθαναν στο κοίτασμα.
Για άγνωστους λόγους τα μεταλλεία παρέμειναν κλειστά για πολλά χρόνια και λειτούργησαν ξανά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Το 1925 η αγγλική εταιρεία «Rio Tinto Copper Mines» άρχισε έρευνες και το 1928 την εκμετάλλευση του μεταλλείου. Το 1934 πώλησε το προνόμιο και της εργασίες της στην «Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Χημικών Προΐόντων και Λιπασμάτων», την μετέπειτα ΕΜΕ, που ανήκε στον έλληνα μεγαλοεπιχειρηματία Πρόδρομο Αθανασιάδη-Μποδοσάκη. Ο Μποδοσάκης έφερε στην Κύπρο από το 1933, ένα νέο επιστήμονα μεταλλειολόγο τον Κώστα Μαγκλή, στον οποίο ανέθεσε την διεύθυνση και των μεταλλείων Ασγάτας-Καλαβασού και ξεκίνησε εργασίες στις αρχές του 1935.
Τα μεταλλεία έδωσαν στην Ασγάτα νέα ζωή και στα χρόνια που ακολούθησαν το χωριό γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και διπλασίασε τον πληθυσμό του. Την περίοδο 1937-1967, που οι εργασίες στα μεταλλεία ήταν στις δόξες τους, στο χωριό λειτουργούσαν 2 ραφτάδικα, 7 σκαρπάρικα, 3 κωμοδρομιά, 3 κουρεία, 5 μπακάλικα, 2 ταβέρνες, επαγγελματικός φούρνος, 2 ελιόμυλοι, αλευρόμυλος, 5 καφενεία. Το 1937 λίγο έξω από το χωριό, στην περιοχή των μεταλλείων κτίστηκε και ο συνοικισμός των Πλατειών, στον οποίο έμεναν ο διευθυντής των μεταλλείων, οι αρχιεπιστάτες από την Ελλάδα και πάρα πολλοί εργάτες από όλα τα μέρη της Κύπρου. Οπότε όλοι αυτοί μαζί με τις οικογένειες τους συμμετείχαν στην κοινωνική και οικονομική ζωή της Ασγάτας.
Στην περιοχή μας, λειτουργούσαν πέντε μεταλλεία από το 1936 μέχρι το 1978 και εκτείνονταν σε μια έκταση 17 τετραγωνικών χιλιομέτρων τις οποίας το κέντρο βρισκόταν 1,5 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του χωριού. Το μετάλλευμα και από τα πέντε μεταλλεία μεταφερόταν με φορτηγά αυτοκίνητα στην κεντρική αβάκη, που ήταν πάνω από την «Στοά Κανελλοπούλου», δίπλα από την κοίτη του Βασιλοπόταμου και απ΄ εκεί μεταφέρονταν με σιδηρόδρομο μέσω Καλαβασού στο Βασιλικό, όπου γινόταν επεξεργασία του μεταλλεύματος. Στη συνέχεια με σύστημα εναέριας φόρτωσης κατέληγε στα αμπάρια των πλοίων για εξαγωγή. Η πρώτη φόρτωση σε πλοίο έγινε τον Απρίλιο του 1937.
Το συνολικό μέγεθος των αποθεμάτων στα κοιτάσματα της περιοχής Ασγάτας, υπολογίστηκε από τον τότε διευθυντή των μεταλλείων κ. Λουκά Μούσουλο (μετέπειτα καθηγητή στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο Αθηνών και Ακαδημαΐκό) σε 8,5 εκατομμύρια τόνους. Από την περιοχή εξορύχθηκαν συνολικά περίπου 5,5 εκατομμύρια τόνοι.
Τα πέντε μεταλλεία ήσαν τα πιο κάτω:
Μεταλλείο Πλατειές
Σε απόσταση 1 ½ χλμ. βόρεια της Ασγάτας, βρίσκεται το μεταλλείο των Πλατειών, ένα από τα αρχαιότερα μεταλλεία της Κύπρου, γνωστό και ως «Ρωμαΐκό» μεταλλείο. Οι μεγάλες συσσωρεύσεις σκουριών και άλλων μεταλλευτικών καταλοίπων μαρτυρούν την έντονη μεταλλευτική δραστηριότητα που έγινε κατά την αρχαιότητα. Όταν το μεταλλείο ανοίχθηκε επιφανειακά κατά τους νεότερους χρόνους με «αποκάλυψη», στα τοιχώματα του αποκαλύφθηκαν αρχαίες στοές και κεκλιμένα. Στην περιοχή νότια του μεταλλείου, κοντά στο παλιό γεφύρι, σώζεται και η νεότερη στοά η οποία οδηγούσε στο κοίτασμα. Η στοά αυτή ήταν γνωστή ως « Στοά 247», που δήλωνε το υψόμετρο της εισόδου της στοάς από τη θάλασσα.
Το κοίτασμα του μεταλλείου των Πλατειών ήταν μεγέθους 250.000 τόνων περίπου, η δε περιεκτικότητα του ήταν 1% σε χαλκό και 30% σε θείο. Η σύγχρονη εκμετάλλευση του κοιτάσματος ξεκίνησε το 1955 και συνεχίστηκε μέχρι το 1965 και εξορύχθηκαν περίπου 45.000 τόνοι μεταλλεύματος.
Μεταλλείο Μαύρη Συκιά
Το μεταλλείο αυτό ήταν γνωστό και ως «Στοά 200» που υποδήλωνε το υψόμετρο της εισόδου της στοάς από τη θάλασσα. Βρίσκεται περίπου 2 χλμ. Βορειοανατολικά της Ασγάτας και στο μεταλλείο αυτό φαίνεται ότι έγινε έντονη εκμετάλλευση κατά την αρχαιότητα. Το κοίτασμα ήταν μεγέθους 1,5 εκατ. τόνοι, με μέση περιεκτικότητα 1% σε χαλκό και 30% σε θείο. Η εκμετάλλευση του κοιτάσματος άρχισε το 1954 και συνεχίστηκε μέχρι το 1976, με μια διακοπή το 1961, που η στοά πλημμύρισε και διακόπηκαν προσωρινά οι εργασίες, μέχρι που αντλήθηκαν τα νερά.
Από την επιφανειακή εκμετάλλευση, «αποκάλυψη» της Μαύρης Συκιάς, η ΕΜΕ πήρε και αρκετές ποσότητες χρυσοφόρου μεταλλεύματος.
Μεταλλείο Λαντάρια
Βρίσκεται πολύ κοντά στη Μαύρη Συκιά και το κοίτασμα του ήταν μεγέθους 500.000 τόνων, με μέση περιεκτικότητα 0,5% σε χαλκό και 30% σε θείο. Φαίνεται ότι στην αρχαιότητα έγινε περιορισμένη εκμετάλλευση του. Η σύγχρονη μεταλλευτική δραστηριότητα άρχισε το 1961 και τερματίστηκε το 1964. Από το κοίτασμα εξορύχθηκαν περίπου 440.000 τόνοι μεταλλεύματος.
Μεταλλείο Μαυρίδια
Είναι το πρώτο μεταλλείο στο οποίο άρχισε το 1937 η σύγχρονη μεταλλευτική δραστηριότητα στην περιοχή της Ασγάτας. Βρίσκεται σε απόσταση 1 ½ χλμ. ανατολικά της Ασγάτας και είναι το μεγαλύτερο σε αποθέματα και παραγωγή χαλκούχων μεταλλευμάτων. Αποτελείται από 7 κοιτάσματα συνολικού μεγέθους 5.750.000 τόνων. Από αυτά το μεγαλύτερο είναι το κοίτασμα «Β» ή «κοίτασμα Μούσουλου», μεγέθους 2.500.000 τόνων, με μέση περιεκτικότητα 2% σε χαλκό και 40% σε θείο. Το κοίτασμα αυτό αποκαλύφθηκε το 1964, αφού είχε εντοπισθεί πιο πριν από τον καθηγητή Λουκά Μούσουλο.
Τα Μαυρίδια είχαν δύο βασικά κοιτάσματα το «Α» και το «Β» και άλλα 5 μικρότερα. Στο κοίτασμα «Α» έγινε εκμετάλλευση από την «εποχή του χαλκού» και κατά την «ρωμαΐκή περίοδο». Η ΕΜΕ ξεκίνησε τη δραστηριότητα της το 1937 μέχρι το 1939, που το έκλεισε προσωρινά λόγω πυρκαγιάς και το ξαναλειτούργησε το 1954. Στα κοιτάσματα «Α» και «Β» οδηγούσαν δύο μεγάλες στοές. Γύρω στο 1970 άρχισε η επιφανειακή εκμετάλλευση των κοιτασμάτων με «αποκάλυψη». Στα κοιτάσματα αυτά έφθανε και η μεγάλη στοά «Νικολάου Κανελλοπούλου» που η είσοδος της είναι κοντά στην κοίτη του Βασιλοπόταμου και είχε μήκος σχεδόν 1 ½ χλμ.
Από την έναρξη της μεταλλευτικής δραστηριότητας στα Μαυρίδια το 1937 μέχρι τον τερματισμό των εργασιών το 1978 εξορύχθηκαν περίπου 3.000.000 τόνοι μεταλλεύματος.
Μεταλλείο Πέτρας
Βρίσκεται 2 ½ χλμ. περίπου ανατολικά της Ασγάτας, κοντά στα σύνορα με την Καλαβασό. Το κοίτασμα ήταν μεγέθους 500.000 τόνων, με περιεκτικότητα 1 ½ % χαλκό και 40% σε θείο. Η εκμετάλλευση του ξεκίνησε το 1953 και τερματίστηκε το 1966. Από το μεταλλείο Πέτρας εξορύχθησαν περίπου 300.000 τόνοι μεταλλεύματος.
Στο μεταλλείο αυτό πρέπει να έγινε μεγάλη εκμετάλλευση κατά την αρχαιότητα. Αυτό φαίνεται από τους τεράστιους σωρούς σκουριάς, που υπάρχουν εκεί. Επίσης δίπλα από τη στοά που ανοίχθηκε από την ΕΜΕ το 1953 και λίγο βορειότερα υπάρχει το αρχαίο «κεκλιμένο» και κοντά στην κοίτη του ποταμού υπήρχε αρχαία στοά που έφθανε μέχρι το κεκλιμένο. Την στοά αυτή, οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν ως υδραγωγείο, για να φεύγουν τα νερά. Τόσο το κεκλιμένο όσο και την στοά τα χρησιμοποίησε η ΕΜΕ για είσοδο-έξοδο προσωπικού, για εξαερισμό και για έξοδο των νερών.
Τα μεταλλεία μας για πέντε περίπου δεκαετίες πρόσφεραν απασχόληση στον αγροτικό πληθυσμό της Ασγάτας και των γειτονικών κοινοτήτων, αλλά και σε κόσμο από όλα τα μέρη της Κύπρου και συνέβαλαν πάρα πολύ στην ευημερία του τόπου μας.
Για να πάρουμε μια ιδέα του κλίματος που επικρατούσε με την έναρξη των εργασιών του μεταλλείου, παραθέτουμε αποσπάσματα ανταποκρίσεων που έστελναν και δημοσίευαν, στο μηνιαίο περιοδικό, που εξέδιδε ο Σύλλογος Ασγατιτών Αμερικής στη Νέα Υόρκη. (Φυσικά οι ανταποκρίσεις περιέχουν πολλές υπερβολές, αλλά αποδίδουν σε κάποιο βαθμό την εικόνα που επικρατούσε).
Στο τεύχος 25 του Νοεμβρίου 1937 γράφει: « το χωρίον μας έγινε αγνώριστον τώρα από την νέα ζωήν που του έδωσε το μεταλλείον. Με πέντε αυτοκίνητα και τους ωραίους αμαξωτούς δρόμους. Το μεταλλείον ωφέλησε πολύ το χωρίον μας, διότι έχει εργασίαν δι’ όλους όσους θέλουν να δουλέψουν και πληρώνουν 2 ½ σελίνια την ημέρα δι’ οκτάωρον εργασίαν. Πολλοί εργάται κατοικούν εις το χωρίον μας και ψωνίζουν από τους μπακάληδες μας. Επίσης το μεταλλείον παρέχει μίαν αγορά πρώτης τάξεως δια τα προΐόντα του χωρίου μας. Πολλοί χωριανοί μας μεταφέρουν ότι έχουν να πωλήσουν, φρούτα, λαχανικά κλπ., εις το μεταλλείον και τα πουλούν ή κατευθείαν εις τους εργάτες ή εις την καντίναν. Χάρις εις το μεταλλείον εδιορθώθηκαν οι δρόμοι και έγιναν γεφύρια εις το Χαρτζήν και εις το Ποτάμι. Τώρα εργάζονται όλοι πυρετωδώς διά το κτίσημο του νέου χωριού Πλατιές, μια ολόκληρος πόλις με 2000 κατοίκους και πλέον». Στο τεύχος 27, Μάρτιος 1938 γράφει: «τα μεταλλεία εργάζονται ωραία. Τα βουνά του χωρίου μας, από τες Πλατιές ως τα Μαυρίδκια και τον Μέα Ποταμόν, έγιναν σαν το Ντετρόητ και το Πιτσπούργο της Αμερικής από τες μηχανές και τα εργοστάσια»
Πηγή: Αντώνη Καβάζη- «Ασγάτα-Ιστορία και Μνήμες»
Μουσεία
ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΙΟΜΥΛΟΥ ΚΑΙ ΑΛΕΥΡΟΜΥΛΟΥ ΑΣΓΑΤΑΣ
Το κτήριο του Μουσείου Ελιόμυλου και Αλευρόμυλου Ασγάτας, που βρίσκεται στο κέντρο της κοινότητας, λειτούργησε αρχικά ως βιομηχανία, το 1920.
Υπάρχουν πέντε αίθουσες που μπορεί να επισκεφθεί ο επισκέπτης.
Στη μεγάλη αίθουσα του μουσείου είναι εγκατεστημένος ο ελιόμυλος, με τα μηχανήματα και τον συναφή εξοπλισμό. Στην αίθουσα του μηχανοστασίου βρίσκεται η μηχανή που έδινε κίνηση σε όλα τα μηχανήματα μέσω τροχαλιών και ιμάντων. Ο αλευρόμυλος και τα εργαλεία που σχετίζονται με το όργωμα και το άλεσμα του σιταριού εκτίθενται σε μια ξεχωριστή αίθουσα. Στην αίθουσα προβολής προβάλλονται δύο ντοκιμαντέρ, για την ελιά και για το σιτάρι, ενώ στην αίθουσα υποδοχής παρουσιάζονται διάφορες φωτογραφίες που συνδέονται με τον χώρο και τη λειτουργία του ως ελιόμυλου και αλευρόμυλου.
Στο Μουσείο υπάρχουν ηχητικές αναπαραστάσεις για το πώς λειτουργούσε η μηχανή του ελαιοτριβείου και του αλευρόμυλου.
Προσφέρονται δωρεάν ξεναγήσεις τόσο σε ομάδες όσο και σε μεμονωμένους επισκέπτες, διάρκειας περίπου τριάντα λεπτών, μέσω των οποίων επεξηγείται η λειτουργία του ελαιοτριβείου και του αλευρόμυλου. Μπορούν να πραγματοποιηθούν ξεναγήσεις και εκτός του προκαθορισμένου ωραρίου λειτουργίας, κατόπιν τηλεφωνικής διευθέτησης.
Μέρες και ώρες λειτουργίας
Κυριακή 11:00-17:00
Επισκέψεις εκτός ωραρίου λειτουργίας κατόπιν διευθέτησης
Οι εκθέσεις είναι μόνιμες
Είσοδος €1.
Παλιό Γεφύρι
Παλιό Αρδευτικό
Το 1944-45 οι χωριανοί με εθελοντική δουλειά και επιχορήγηση από τον σύλλογο της Αμερικής και το κράτος έφτιαξαν το αρδευτικό έργο. Ξεκινούσε από τον ποταμό στο «Χαρτζί» και με σύστημα αυλακιών έφθανε μέχρι το χωριό. Άρδευε περίπου 300 σκάλες κατά τους μήνες που έτρεχε ο ποταμός.
Στην τοποθεσία «Χαρτζί» διατηρείται μέχρι σήμερα, η βάση του συστήματος που διοχέτευε το νερό του ποταμού προς το αυλάκι. Αυτό γινόταν με μια μεγάλη στρόφιγγα, που άνοιγε και έκλεινε την πόρτα του αρδευτικού. Μέχρι σήμερα το σημείο εκείνο του ποταμού ονομάζεται «το τιμόνι».
Μονοπάτια στη φύση
Στην περιοχή της Ασγάτας υπάρχουν ωραιότατα μονοπάτια και αγροτικοί δρόμοι, που μπορεί κάποιος να περπατήσει ή να ποδηλατήσει και να απολαύσει τη φύση.
Μια ενδιαφέρουσα διαδρομή για τους λάτρεις της φύσης, που μπορεί να γίνει με τα πόδια, είναι η διαδρομή από τα «ποτάμια» μέχρι το «Χαρτζί», στην πορεία θα περάσει από τον «Κουρβελλόροτσο», τον καταρράκτη που σχηματίζει ο χείμαρρος της «Μερσινερής» , τον «Κοκκινόροτσο» και το παλιό γεφύρι.
Άλλη ωραία διαδρομή είναι να ξεκινήσει κάποιος (πεζός, με ποδήλατο, αυτοκίνητο), πριν το κατήφορο για την Ασγάτα στο «Σταυρί», να πάρει τον δρόμο, στα νότια προς «τερατσωτό», όπου αφού φθάσει στο ψηλότερο σημείο, θα απολαύσει τη θέα από το Ζύγι μέχρι και τη Λεμεσό και στη συνέχεια κατηφορίζοντας θα φθάσει έξω από το χωριό, στον δρόμο προς Καλαβασό.
Από το ίδιο σημείο εκκίνησης στο «Σταυρί» μπορεί κάποιος να πάει προς τα βόρεια, στον αγροτικό δρόμο που οδηγεί στους «Τρούλλους» και αφού περάσει μέσα από την αναδασωμένη περιοχή στην πλαγιά του βουνού, να φθάσει στο «Βαθύν Αρκάτζι», στον δρόμο προς τη Βάσα. Μπορεί επίσης να συνεχίσει την πορεία στην κορυφογραμμή από τους «Τρούλλους» και να φθάσει στα «Ισιώματα» και το «Λιβάδι», στα σύνορα Ασγάτας-Βάσας και να δει μια τεράστια φυτεία από ροδιές.
Στα νότια του χωριού στο δρόμο που οδηγεί προς Καλαβασό, μια περιοχή εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Φύση 2000». Υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί σε σημείο μελέτης του είδους «Αστράγαλος ο Μακρόκαρπος». Το είδος αυτό εντάχθηκε στο δίχτυο μικροαποθεμάτων φυτών, για τη διατήρηση φυτών και οικοτόπων προτεραιότητας και προστατεύεται με βάση τη σύμβαση της Βέρνης.
Πηγή: Αντώνης Καβάζης: «Ασγάτα-Ιστορία και Μνήμες»